μισθώματα

μισθώματα
μίσθωμα
price agreed on in hiring
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μισθώμαθ' — μισθώματα , μίσθωμα price agreed on in hiring neut nom/voc/acc pl μισθώματι , μίσθωμα price agreed on in hiring neut dat sg μισθώματε , μίσθωμα price agreed on in hiring neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λίζινγκ — (leasing). Διεθνής αγγλικός όρος που υποδηλώνει τη χρηματοδοτική μίσθωση. Πρόκειται για ένα είδος χρηματοδότησης που αρχικά αφορούσε επιχειρήσεις και μεγάλα κεφαλαιουχικά στοιχεία (μηχανολογικό εξοπλισμό ή ακίνητα κλπ.), αλλά στη συνέχεια… …   Dictionary of Greek

  • έσοδο — το (Μ ἔσοδον) 1. ό,τι αποκομίζει κάποιος από την προσωπική του εργασία ή από την ακίνητη και κινητή περιουσία του, το εισόδημα 2. φρ. «δημόσια έσοδα» το σύνολο τών εισπράξεων τού δημοσίου σε χρήμα από φόρους, μισθώματα κ.λπ. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ.… …   Dictionary of Greek

  • μίσθωση — Όρος που στο ελληνικό δίκαιο δηλώνει τρία διαφορετικά είδη συμβάσεων, τη μ. εργασίας, τη μ. πράγματος και τη μ. έργου, που αποτελούσαν αρχικά, υπό τη ρωμαϊκή locatio conductio, ενιαίο τύπο σύμβασης. Η μ. εργασίας αποτελεί τη σύγχρονη διαμόρφωση… …   Dictionary of Greek

  • γονική παροχή — Περιουσιακή επίδοση του γονέα προς το τέκνο είτε για τη δημιουργία ή τη διατήρηση οικονομικής ή οικογενειακής αυτοτέλειας, είτε για την έναρξη ή την εξακολούθηση επαγγέλματος. Η γ.π., εφόσον δεν υπερβαίνει το μέτρο που επιβάλλουν οι περιστάσεις,… …   Dictionary of Greek

  • μίσθωμα — το, ατος χρηματικό ποσό που καταβάλλεται για τη χρήση κινητού ή ακίνητου πράγματος στον ιδιοκτήτη του, το ενοίκιο, το νοίκι: Δεν πλήρωνε τα μισθώματα και του έκαναν έξωση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παρακατάθεση — η κατάθεση χρημάτων ή αντικειμένων σε τρίτο πρόσωπο για φύλαξη: Έκαμα σήμερα παρακατάθεση των χρημάτων από τα μισθώματα που δεν τα παίρνει ο ιδιοκτήτης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”